Ναι, ήταν μια ωραία περιπλάνηση
Εγώ, δίχως όραση κατάφερα να δω!
Με μάτια που έφερναν χάος αρχέγονο
και δάχτυλα επιδέξια ζωγράφου τρελού
υπόταξα τη φωτιά
Σαν αετός ζύγιασα τα φτερά μου
στο φλεγόμενο όραμα γυναίκας, δαγκωμένης ντροπής
και πότισα το διψασμένο άλογό της.
Δαιμονισμένη στιγμή που, λάτρεψα,
δίχως να λατρευτώ,
για όλες τις ζωές!
Βράδυ, ώρα 22: 29, Δευτέρας- καταραμένη μέρα
Η πρώτη απ’ αυτές των Διεστραμμένων Δημιουργιών του θεού
Ένας σοφός κάποτε είπε: «Ο Παράδεισος έχει το χρώμα των τρελών
Που έριξαν την πρώτη μαχαιριά τους στην καρδιά του θεού
κι ύστερα με ματωμένη την κοψιά ξερίζωσαν τα γεννητικά τους όργανα
για να γίνουν γητευτές των κυμάτων κι εραστές του παντός!»