Παρασκευή 9 Ιουνίου 2017

άτιτλο
























Στα κρατητήρια των δακτύλων μου - τα φθαρμένα παπούτσια μου, με τις φλέβες λυμένες να σέρνουν το άτακτο χώμα (ένα συν ένα τα φυλακτά της ωρίμανσης - προλογική νηστεία ο δρόμος της αποκάλυψής σου). Στο αχανές δέρμα που σβήνει σαν ορίζοντας στην προσμονή μου, η προσμονή μας διχοτομείται από βροχή να παίρνουν μνήμη τα παράθυρά μας, να βλέπουν νερό τα χέρια μας κι ανέμους. Τα παλιά μας βήματα να εντείνουν τη θάλασσα και να μας βρίσκουν πέτρινα λάφυρα λάβας ηφαιστειακής και μακρινή συντέλεια. Ενορχηστρώνω εισπνοές σε χορούς ιερών, με λαβωμένες κερκίδες παλιών φαντάρων στ' απόσταγμα των φυλακίων και σου μιλώ σε σπάραγμα. Στ' άρωμά σου η βροχή με όλα τα περιστατικά της κοσμογραφίας κι η πληγή.

Τρίτη 6 Ιουνίου 2017

ανυπακοή


































δεν θυμάμαι πότε πέθαινα. δεν κράτησα απ' το χρόνο ούτε τα ρολόγια του. μόνο τις αισθήσεις των θανάτων μου κατέχω και, της μάνας το τίναγμα των σεντονιών κάθε που με γεννούσε. μάλλον τα τρένα νύσταζαν οικτρά και τους ξέφευγαν πουλιά νυχτερινά, κι εγώ έπρεπε συνεχώς να με φορτώνω κάρβουνα και να βάζω φωτιές στους σταθμούς μου. κι όλοι σ' αγαπούν όταν χάνεσαι στις δύσεις. γι' αυτό πάντα ο σταθμάρχης σφυρίζει κάπου πισώπλατα. και γαμώτο -!- απαγόρεψαν τα φιλιά στα βαγόνια και, παντού ταμπέλες: "απαγορεύεται το κάπνισμα ". αλλά, θυμάμαι την ανυπακοή των παρανόμων μου στις εν τη τάξει ψευδαισθήσεις και μ' ανάβω, μ' ένα πουλί, φλεγόμενο σκοτάδι, πάντα στο λαιμό μου, που διαχρονικά στηρίζει τα μνημόσυνα των πανικών τους. γι' αυτό και καπνίζω χλευαστικά μπροστά στις απαγορεύσεις των, διαβαίνοντας και αδιάβατους γκρεμούς με το αίμα μου μαύρο, απ' την πλουτώνια ανυπακοή μου.

Πέμπτη 1 Ιουνίου 2017

παραμονές θαλάσσης






















τι νωρίς που βραδιάζει, όταν νομίζεις πως ζεις παρασυρμένος απ' το πλήθος που δεν σε βλέπει, παρά μονάχα σε περνά ή, περνά μαζί σου διαπερνώντας σε, ίσως και, προσπερνώντας σε στις στροφές των ασήμαντων ρολογιών. κι ύστερα, αδειάζεις από πόλη στην πανικόβλητη βροχή που δεν ήσουν, κι οι άλλοι - μια παραλλαγή εποχής για το ξεκάρφωμα της ενοχής τους. κι απόψε, δάκρυσε το φιλί, παραμονές θαλάσσης.