Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2014

το νόμπελ μοιράστηκε νωρίς



Επειδή βρέθηκε τυχαία στο fb
έραψε στο δάχτυλο τη ρίμα της
/ εκείνη των μικράτων της /
Έσπασε μια βροχή στα μούτρα
Θρυμμάτισε όλα τα τσόφλια
απ' τα αυγά τα άχρωμα
Διέγραψε τους αναστεναγμούς
από το inbox της
Ράγισε τις καρδιές των σχολίων της
Στα χαμόγελα έτριξε το μάτι
Κι αφού είδε ότι οι νοικοκυρές
απάγγελναν όλες Λειβαδίτη
κι έγραφαν Παπαδάκη
Κι αφού κι οι επίδοξοι
συνέτασσαν λόχο ιερό
με τους θαμώνες - φίλους τους
διαμοιράζοντας το νόμπελ
/πάλι το φαγητό κάηκε -
ξεχάστηκε το μάτι ανοιχτό δια παντός /
Κι επειδή στα σκαλοπάτια
θρηνούσαν οι κατάδικοι
Έκανε αίτηση στην τράπεζα αίματος
να δωρίσει τα ιμάτιά της
/ τα κοράκια ξεσκίζουν βάρβαρα σάρκες ματωμένες /
Στο τέλος
έστριψε το τσιγάρο της
και ξυπόλητη
με δαγκωμένη ανάσα
πέθανε.
Λίγο μετά
αρνήθηκε την ταφή της
και σεργιάνησε πιο κάτω
απ' τους νεκρούς.
Ξήλωσε τη ρίμα της
κι έγειρε να ονειρευτεί
τη φυγή της.
/ αστραπιαία είδε,
μετά την απονομή του μεγάλου βραβείου,
την εξέγερση να μιλιέται
στα ευαγγέλια των διακεκριμένων.
Ήπιε τη μέντα της
κι ακολούθησε το εξπρές του μεσονυκτίου.
Χαμογέλασε  και πέθανε ξανά. /

Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2014

"χτυπά το τηλέφωνο"

Με φανταστικά υλικά
θα μαγειρέψουμε και
σήμερα μια απόλαυση
Με ρίμες φανταστικές
θα φουσκώσουμε τα φτερά μας
Με φανταστικά λόγια
θα προτρέψουμε μια εξέγερση
Θα σκουπίσουμε και
τα φανταστικά μας δάκρυα
για θανάτους, για γεννήσεις
για να κρατήσουμε σε διέγερση
την ανάμνηση της στύσης μας
Ύστερα, θα μετρήσουμε like -
να γιορτάσουμε τη μιζέρια μας
σχολιάζοντας την υποταγή μας
Ύστερα, μια φανταστική αγάπη -
πάρε με αγκαλιά και πάμε -
Μετά, θα προκαλέσουμε
πραγματικά
να γεμίσουμε τις μπαταρίες
της καλωδιωμένης ψυχής μας
Στο τέλος,
θα το παίξουμε το παιχνίδι της ζωής:
/ Πραγματικά, οι νεκροί καυλώνουν φανταστικά /

είπαμε εξάλλου: όλα ή τίποτα.
αναλογικά τα κλάσματα.
κι η αριθμητική, βέβαια,
καταγράφει το τεμάχιόν μας: άλλος ένας τρόμος. μηδέν του απόλυτου.

* συμπληρωματικά: η ανηθικότητα του εμπαθούς, κλίνεται κατεβάζοντας τα ρολά -
προς διατήρηση της ηθικής, σε όλες τις πτώσεις. η γραμματική βλέπετε διδάχθηκε δωρεάν, μέσω της δημοσίας παιδείας μας, επί της δημοσίας αιδούς *

/ ύστερα, θα σε πουν και ανήθικο, που κατέγραψες μαθηματικά απόλυτα,
και σχολίασες εκτροπές τηλεφώνων. Τόσο, που ο Γκράχαμ Μπελ, θα γυρίσει πλευρό, και θα σιχτιρίσει τους εφευρέτες. /

Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2014

άΤεχνα



Η αγωνία γκρεμίζεται
κι ο αγώνας καταρρέει
Στις στροφές χάνεις τις περιστροφές
στους κύκλους το κέντρο
στους λεπτοδείκτες προσπερνάς
/ Κάπως έτσι ξεχνιέσαι από την τρέλα
φορώντας σερπαντίνες της αποθέωσης
Η απόγνωση σε κυκλοφορεί στα φανερά πλέον
τι έχεις να κρύψεις εξάλλου άλλο; /

Ίδια πάντα μες στην
πληθωρικότητα των χαρτιών
εξανεμισμένοι και οι τοίχοι,
που σε συνέδεαν με τη γνώση
του αγνώστου στρατιώτη
Μπουκώνεσαι κόλλυβα
υποθάλποντας το νεκρό -
χάνεις τον ασθενή κάτω απ' τα πόδια σου
στο ντελίριο των χεριών σου
να κρατήσεις τα δεξιά ή τ' αριστερά
και σπας την πυξίδα. Κατά λάθος σου το κρίμα.
Σ' έναν ερυθρό σταυρό με ακατάσχετη αιμορραγία
άντε ένα μικρόφωνο και τέλειωσες
/ στο πι και φι της αλφαβήτου /
Να μη σου ξαναπώ για το τηγάνι και τα ψάρια
που έκαψε η γιαγιά
όταν η Άννα στο σκοινάκι έχασε τα βήματα
και σκίστηκε το αναγνωστικό -
αναγνωριστικό της παρθενιάς σου -
Τη στιγμή που το μνημείο σου έκλεισε το μάτι
η μπύρα στου "μπαϊρακτάρη"
σου λέκιασε τη γιορτή.
Ανάμεσα στα καλαμάκια
βρέθηκαν κι άλλοι ματατζήδες -
τόσοι πολλοί που οι ναζήδες
μπλέχτηκαν με τα σπλάχνα σου.
Είσαι πια ένας θεός............ Γέλα ρε!

Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2014

τη ..υπερμάχω..

Άθλιοι εκλεγμένοι
άθλιοι εκλέκτορες
σπινιάρουν στις κούρσες
του θανάτου
M' αδιέξοδα μυαλά,
κι ανεύθυνα χέρια
στραγγαλίζουν και το
τελευταίο χαμόγελο.
Ξεσαλωμένοι πύργοι
ακόμη καμαρώνουν
σε φρικιό ουρανό -
καπνισμένη σειρήνα
θανάτου.
Τριακόσιες αλληλένδετες πουτάνες
διαλαλούν τη υπερμάχω
την ώρα που οι στρατηγοί
καρφώνουν ξεδιάντροπα
ανάσα και παλμό.
Χαπακωμένο χθες
ξέμπαρκο τώρα
κάλπικες θεωρίες
κάποιος γνωρίζει
τη θλάση των γιορτών -;-
Ελαστικοί επίδεσμοι
κρατούν ακόμη
τα οστά
μιας σπασμένης ανθρωπότητας
μα τα λάστιχα ξεφουσκώνουν
και η ασφάλεια κατέρρευσε.
Πόσα φέρετρα απαιτούνται
για τους ταπεινωμένους -;-
Και πώς οι ταπεινωμένοι
σαρδελοποιούνται
για να χωρούν
σε τάφους ομαδικούς
και χωνευτήρια εξαφάνισης -;-
Τηρώ ακόμη το Αιώνιο Πρόσταγμα:
"Ζήσε κόντρα" και πολεμώ.
Δε γυρεύω κάλυψη
Λάτρεψα τους ζορμπάδες
μα δε μοστράρομαι το χορό τους
ούτε οικειοποιούμαι οδύσσειες άλλων
θηλάζοντας δόξα
σε οίκο ανοχής.
Έρχομαι μαχητής
να σπάσω θεμέλια ματαιοτήτων
αχώνευτος
να σβήσω τα όρια των γκέτο
μ' εκπνοή και δείκτη.
Παραμορφωμένε γητευτή
τρέμε οργή!

Οι δειλοί τυφλώνονται στο δείλι.
Προτιμούν βιτρίνα.
Το κατάστημα όμως
βάρεσε διάλυση
κι οι κούκλες
μόνο για πήδημα είναι
στων σαλονιών την κατρακύλα.

* Δεν είναι Βία. Είναι οργή για το πορνείο που στηρίζουμε ακόμη. *

Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2014

θα σ'αγαπώ







ο Έρωτας, ανθρωπάκο, είναι οι ξυραφιές στο πέλμα,
ενώ βαδίζει ο Γενναίος, ισορροπώντας σε Ζωή και Θάνατο.
το Αίμα του, που κυλάει ακατάπαυστα ∙ Φιλί ζωής στην Άναρχη
Κίνηση των Πάντων.

έτσι, σταμάτα να φλυαρείς. συγχίζεις τις αλυσίδες σου, και σε πηδάνε.

Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2014

τα δικά μου χαρακώματα

















η δώδεκα που λησμόνησες
/ αφού εκεί δεν ήσουν /
ήταν οι άλλοι (οι τρελοί, που λες)
/ εσύ άδεις ύμνους αγάπης /
με κάλπεις στο κεφάλι σου
μια κάλπη έγινες
της μοιάζει κι ο καθρέφτης σου
ανάπηρος ζωής.
συνδράμεις φυματικό καθεστώς
πεθαμένος με all star για πόδια
δερμάτινος μυρίζεις σφαγή
/ πανάκριβο γαλλικό το άρωμα /
είναι οι καιροί δυσεύρετοι
/ δυσεύρετος είσαι με
κλεμμένο το γέλιο ή όχι /
εκλογικές αναμετρήσεις είσαι
και ομιλίες
και καρφιά..! Όλος καρφιάαααααααα..Δώδεκα και πάνω.
κρατάω σφυρί
έχω τον ήλιο σφυρί και μετράω
φτάνω στο δώδεκα
λύνω σκοινί, και.. πάω. πάω..

ποτέ δεν είσαι. έμεινες στο πλήθος.
χάθηκες αγιοσύνες και συγχώρια.
φωτογραφία ταμάτων, ξεβρασμάτων.
ξέμεινες.
πεινούσαν. τους άδειασες
φορτώνοντάς τους τίποτα.

*12 Φλεβάρη 2012. που δεν ήσουν εκεί. κι η κρατική μηχανή συνεχίζει το έργο της: θάνατος
12 Φλεβάρη 2014. δίχως.*

Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2014

ξύλινα φτερά

φωτογραφία: Αιμιλία Ιωαννίδου


Αστέγαστη τροπή
κι η ομίχλη βαριά
με μαχαίρια φτερά –
χέρια αδείλιαστα
σαρκοβόρων χειλιών
μιας υποκριτικής αποθέωσης
στην πρώτη της Κρίσης
όταν το πάτωμα επιβεβαιώνει
τη σφαγή των φανταστικών πτηνών
μέσα στον κόσμο
και έξω απ’ αυτόν
σαν πλέγμα αποφυγής
κάθε δράσης και κάθε ορμής.

Δελεάζομαι
με πλήκτρα φωτιά
και ουρά παγωνιού
σε ξύλινη έκφανση
όπως οι ήχοι
απ’ τους βαθείς ουρανούς
με το πρωτότοκο ουρλιαχτό
όταν είπε: «Γενηθήτω»
και έγινες αίμα
και σάρκα μαζί
στων πουλημένων ερώτων
το σφύριγμα και μόνο.