Με λένε Τρελή
που μιλάω με τοίχους
κι αποκόμματα στίχων
περιεργάζομαι
Κοιμάμαι στα πεζοδρόμια
Με βρεγμένα χαρτόκουτα
σκεπάζω το κορμί μου -
πολύχρωμο το κορμί μου
που εξοστρακίστηκε
Αφήνω πάντα πίσω μου
κουρέλια,
βαθουλωμένα μάτια
και ροές
Κι οι πόρτες
κλείνουν μόνες τους
Κουρδίζουν λυγμούς
και μοιρολόγια
Σε θλίψεις φθινοπώρων
βαδίζω
μεσ’ στις αυλές -
ουλές του χρόνου -
και μαζεύω ξερά φύλλα
γι’ ανάμνηση
Περπατώ ξυπόλητη –
για να μην ταράζω τη φύση –
Με ταράζει πάντα
η σκισμένη ματιά
των ονείρων σας
Στις πόλεις με χλευάζουν,
με λένε Τρελή,
που αλιεύω
με το δείκτη
συνθήματα
Κι αποστηθίζω
βροντές κι αποφθέγματα
κρατώντας καρδιές
ξενιτεμένες
και με ορίζω
Της βροχής μια νύχτα
πάτησα το Φόβο
κι άφησα τη γλίτσα
να τρέξει με τα νερά
Με είπαν Μάγισσα
και με δικάζουν
Και καίγονται
στην καταδίκη μου
τ’ άγρια δάση μου
κι οι στέπες
και τα πέλαγα –
τα σπλάχνα μου
Με γράφουν Τρελή
οι κριτικοί
και μ’ αποσύρουν
Μ’ εκδίδουν
Με παζαρεύουν
σε διεθνείς πάγκους
και στ’ όνομά μου
ποντάρουν την ανία τους
να σεργιανάει τα βράδια;...