Σάββατο 23 Ιουλίου 2016

της νύχτας ο μάγκας ο τρελός

το τρένο που αφήσαμε να πατήσει τους μάγκες
λέγεται Βουλή των πολιτών με όλα τα πρόσημα
της μούτζας ανοιγμένα /
δεν είχε ώρα συγκεκριμένη να περνά
κι έτσι στους σταθμούς περίμεναν μόνο οι αλαφροϊσκιωτοι
που συνήθως δεν προλάβαιναν να δουν, κι
έτρωγαν μόνο τον καπνό του
ή έγλειφαν τα λάδια του απ' τις ράγιες.
τώρα έχουν να σφουγγαρίσουν το αίμα,
απ' τους μάγκες, που πάτησε το τρένο,
μα δεν υπάρχει σάλιο, κι ούτε και δάκρυ,
κι έτσι, πιασμένοι χέρι χέρι όλοι -
τυφλοί απ' τους καπνούς κι αλαφροϊσκιωτοι πάντα
τραβάνε για παραλίες /
οι περισσότεροι ξεμένουν στο δρόμο
σα μια ανάμνηση του μάγκα και
του τρένου που αφήσαμε να πατήσει τους μάγκες /
κάποιοι φτάνουν και πέφτουν να πνιγούν -
ανάμνησή τους από ακόρεστη δίψα του τρελού /
ένας.. έναν το είδα που έσκαβε τη νύχτα
με στερεμένο αύριο, με δίχως ώρα έσκαβε τα λεπτά.
αυτόν δεν τον τραγούδησε η Ιστορία,
γιατί αυτός ήταν μεγάλη ιστορία -
ο μάγκας που δεν έγλειψε στις ράγες του σταθμού.
..στο βάθος τ' άστρα στηρίζουν τη νύχτα
κι ο μάγκας που έσκαψε του χρόνου τα λεπτά. _ * για το ξεπούλημά μας ______*

Τρίτη 19 Ιουλίου 2016

ψέματα -!-








 

























πες μου, τώρα, αλήθεια, πόσα ψέματα έχει γδυθεί μια αλήθεια, για να σταθεί ατρόμητα Αλήθεια;

αλήθεια ξέρεις;

Τρίτη 12 Ιουλίου 2016

βρεγμένος σαρκασμός







Ακόντια στη σφαίρα της τρέλας
στον καιόμενο ήχο
που άδειασε τις λέξεις
Ακόντια στο κρανίο του θεού
να πιάσει τόπο η θέωση
να κρυφτεί το μνήμα
ακρωτηριασμένο σφαγή
Κι εγώ να πιέζω το όμικρον
να του κόβω ακτίνες
Στον πήλινο λαιμό μου
να πιέζω τον κύκλο
να χωρέσω τις μοίρες του -
σκάνδαλο στη φωνή μου οι δικές μου Μοίρες
Κι ας πνίγομαι από κύμα -
στα σκοτεινά πάγωσα
παραβαίνων το αιώνιο
με μαλλιά αχανούς
στη λατρεία που δε σβήνει
Εσύ σιωπάς με νύχια γύπα
Άκομψα πίνεις
παραπατώντας στο ίσιωμα
Άκομψα κρύβεσαι
Στα κόκκινά μου βλέφαρα
ασελγείς
Συνήθιζες κάποτε συχνά
να λογχίζεις την ακοή μου
και να ματώνουν τα μάτια μου -
γευόσουν ένα ακόμη
λεπτό στο άχρονο,
μασκαρεμένος καουμπόης
στη θηλυκότητα των νερών π' απείχαν
Κι έτσι η σκοτεινή προβολή
της θεάς μου
που δίνει το στίγμα του ίχνους μου,
τ' αχνάρια μου, οι πέτρες μου
ακόμη κι η μουσική της βροχής μου
απ' τα υπόγεια πεδία της όρασης,
η Λίληθ που έριξε την αυλαία του τίποτα
εσύ,
οι πέτρες μου και οι χορδές μου -
αλυσίδες η σάρκα μου,
κι η χώρα μου
που κουτσάθηκε από αμαρτίες -
να σ' ακούει που σιωπάς
και να πετάει ακόντια
στο μάτι του κυκλώνα._

Παρασκευή 8 Ιουλίου 2016

ο τρελός του μυαλού μου




Ξεκουράσου μωρό μου -!-
έχω μια σταύρωση να με φτάσω
και θα ΄μαι κενός
σαν πλοίο
που έπιασε ομίχλη στα μάτια μου
στα τυφλά μου χέρια
με δάχτυλα τσιγάρα
τερματικός
Επιβαίνω άκαμπτος
με οστά ιστία
από νυχτωδία φυγής
Τα πόδια σου
στον οίστρο της βροχής
τα ρούχα μου
χτυπάνε παραθυρόφυλλα
στα μάτια σου
τα μάτια μου ... δεν έχω
Κράτησα γεύση
για να ταξιδεύω
στ' απώτερο
και μίλησα τη γλώσσα σου
για να διψάω το βυθό
Το κατάστρωμά μου
διαμελισμένο το σώμα μου
ο τρελός στο μυαλό μου
στην πρύμνη των ονείρων μου
η φώκια στην άλλη άκρη
Μην κλαίς -!-
έχω να μετρήσω τις κλειδώσεις μου,
στα μπουντρούμια των ιδεών μου
και θα ΄μαι προσεχώς
Την ώρα που κατέβαινα σταθμός
το λιμάνι υποχώρησε.
Ήσουν-;-
Έμαθες ένα πλοίο να κλαίει
Έχεις ακούσει πλοίο να κλαίει;
Είναι να κάμπτεται ο καιρός
και πάλι ατέρμονος
να επιστρέφει μυστικός.
Είναι ο ίσκιος
της Σελήνης στα σπλάχνα μου
κι εσύ που έβλεπες
ακούς;
Στα πόδια σου το φουγάρο μου
σαν πάντα πειρατικός.
Μην ξυπνάς μωρό μου,
ακόμη βρέχει
και στ' αστέρια δεν έχει σταθμό. _