Δευτέρα 11 Ιουνίου 2012
δεν λείπεις ποτέ -!-
κι όμως, δεν με πάγωσαν ποτέ -
οι νύχτες εννοώ .. με βαδίζουν στα
τέσσερα - να νιώθω, θέλουν
το περπάτημά τους..
τις έχω υποτάξει με
βλέμμα φεγγάρι σε όλες του
τις εκφάνσεις..και πιότερο τις
σκοτεινές - που νομίζεις ότι
δεν γνωρίζεις - που έτσι το
θέλεις να είναι άγνωρα τα
πατήματα κι έκπληκτες οι
ματιές..κι ας λένε τα ραδιόφωνα
τα παράξενα αξεπέραστα των
ψηφισμάτων - δεν ακούω αφού ...
έχασα πάλι τα...βοηθητικά της όρασης..
κι ό, τι μου έχει συμβεί
εξελίχτηκε σε γέννηση μπροστά στην
ορθάνοιχτη αγκαλιά μιας - ακόμη
κι όποιας θάλασσας - εκεί που
έριξα θεμέλια μόνο για ΄μας
κι οι στημένες ειδήσεις θα είναι
κι αυτές ένα πολύ μακρινό παρελθόν..
Μόνο, μωρό μου, να μου λες..
ας είναι και άηχα..κι εγώ να
οσμίζομαι με τα δάχτυλα -
τυφλός τειρεσίας να σε θωρώ
ξάγρυπνο όνειρο στην οδό που
δεν τελειώνει - μύστης σου να
σε διψώ ατερμάτιστα και
φλογοβόλα - πυροτεχνήματα
φιλιά στο βάθος σου, σαν
κύμα που σου γονατίζει για
να σμιλέψει Σε..
Είσαι κοντά μου, όχι εμμονή,
πάντα η εμμονή εγκυμονεί
ανασφάλεια κι ο κάθε...
βαρδάρης πυροβολεί και
σκοτώνει - Έτσι πέθαναν τα
τότε φιλιά - εμμονές που
μαστίγωσαν και σε χάραξαν
πιότερο όμορφη κι ας σε
ψάχουν οι αναμνήσεις -
εφιάλτες σου να
επέμβουν σε ΄μας.. αδυνατούν,
όσο κι αν ψάχνουν και
περιφέρονται στους πάλλευκους τοίχους μας -
εδώ που σε άγγιξα - αδυνατούν και
χάνονται κομήτες - ναυάγια κάποτε
ένδοξων πειρατικών..
Ποτέ δεν έλειψες - δε λείπεις ποτέ κι εγώ δεν λείπω στις στιγμές σου, μωρό μου, ατίθασο στου αίολου το βήμα..
βυθίζομαι σε σελίδες σου που σε ορίζουν απέραντα -!- ..Πώς κυλάω στα γράμματά σου... στο γιώτα σου τρέχω κι έχω ήδη ιδρώσει από το πρώτο ταυ των αισθημάτων σου...μετά στη Ν ύ ξη που σ' εδραιώνει στην ταχυπαλμία της ανάσας μου και αγγίζω το Άλφα το Άναρχο με πάθος σε τελείωμα Άπειρο -!-
Δεν λείπεις ποτέ! Είσαι ακόμη και εν μέσω ψηφισμάτων στημένων του παρακράτους των φονιάδων... μα μη φοβάσαι -!- τους γαζώνω τα πέταλα των σαρκοβόρων ψυχών τους και πιο πολύ και ακόμα πιο πολύ...δεν λείπεις και είμαστε εδώ - δυο πόλεις άριστες των ανδρείων, που γκρέμισαν τείχη μ' ερωδιούς κι αγριολούλουδα κι οι αποστάσεις κοκκινίζουν ντροπή και τρέπονται ανεπανάληπτα σε φυγή ανεπανάληπτη και διά παντός...
Κι άκου -!- Είναι στο τώρα που οι μάσκες τους έπεσαν κι έπιασαν πάτο ξεχασμένου βαρελιού - από κρασί ξεχασμένο και έρωτα νεκρό τους.. Έτσι, μωρό μου, εμείς πετάμε μ' αερόστατο τα λόγια τα γυμνά και τα κορμιά του πάντα έτοιμα για πτήσεις έξω απ' τα όρια τα όλα των βιβλίων, που σκόπιμα εκδόθηκαν στις λεωφόρους - που κάνει πιάτσα το καρναβάλι των άσχετων..
...και το γνωρίζω ότι πάντα ακούς..