Λεωφόρος
Βροχή
Ρέμα γλώσσα
Ποτάμι κραυγή
Χέρι χέρι –
Εγώ κι εσύ που
Λείπεις
Μάτια φωτιά
Καπνός το όραμα
Περιπολώ συνοδεία
Σπασμένα κοντάρια
Χέρια οργή
Το κράτος
Δρόμος
Πριν, φυτού ζωή
Στη στιγμή
Πυγμή
Τελειωμένα λεωφορεία
Δε χωρά ο λαός
Που διψά στα
Πεζοδρόμια
Δε χωρά
Ο λαός
Που κοιμάται στο δρόμο
Ένα χαρτόκουτο κορμί
Βάρκες παπούτσια
Αμπογιάτιστες συνήθειες
Θέλησα να οργώσω
Ξυπόλητος
Να πάρω χώμα
Χρώμα της φύσης
Με τα δάχτυλα
Ανταρσία
Να εκμηδενίζουν το
Πέλμα
Τσάρκες αλήτικες
Μέρες και νύχτες
Στους θορύβους
Που πολεμούν
Τα χαρτόκουτα
Των κορμιών
Των στεγνών
Σκέπη οστών
Όταν πυροβολείται
Η φωνή
Δεν ξεχνά
Πένητας νους
Μειδιά
Και χλευάζει
Δίχως τρόμο
Αυθαδιάζει
Κατάληψη αστέγων
Στις πέτρες και
Στα μάρμαρα
Στα δέντρα που
Χειμώνιασαν
Στ’ απόκτημα
Βιασμού
Βλέπω φωτιές
Ακούω ανάσες
Ακούω ανάσες
Βλέπω αίμα
Πόλη αίμα
Πολύ αίμα
Πουλιά που
Έμαθαν να
Κολυμπούν
Σε όλες τις
Εκφάνσεις
Κι αν μαύρες
Είναι πολλές
Κι όλο το κράτος
Μια λαοθάλασσα
Κάτω ο γύψος
Του γύπα τα
Νύχια
Κι η νύχτα
Υπνοβατεί
Άλογα κράτος
Πατρίδα αναμμένη
Και
Λύχνος καιόμενος
Βροντή
Απόψε, μάτια μου
Η Ελλάδα
Βρυχήθηκε