Νεκροθάφτης η Απραξία σου.
Το πλήρωμα της ζωής σου∙
Άβουλες ματιές.
Συστημικός συλλέκτης «αχ» και «βαχ» -
Άντε και κάποιο λάβαρο
Για ξεχαρμάνιασμα των παιδικών σου φιλιών -
Δεμένα με καραβόσκοινο φτερά.
Περπατάς σκυφτός –
Τσαμπουκάς λόγων
- Με λόγια δεν πηδάς -!-
- Παραμυθιάζεις τις ερωμένες σου
Καρφωτά ιδεογράμματα
Συγγράμματα υποταγής
Με φλέβες γριές
Και μπότοξ συρραφής απόγνωσης –
Στα κελιά της ντροπής σου -
Να μοιάζεις γενικώς
Και γενικά να μοιάζεις. Προσομοιάζεσαι.
Ό,τι κοιμήθηκες -
Εφιάλτης σου.
Ράβεις, γαζώνεις
Σάβανο παρηκμασμένο
Να δείχνεις
Να λες
Λόγια όμοια
Περιφερόμενος επιτάφιος
Με λιβάνια κι εξαπτέρυγα
Για να ΄χεις το άλλοθι
Του ασθενούς ή
Του κουρασμένου οδοιπόρου
Κι ακόμα
Τον ύπνο του ναυτικού –
Όταν συλλαμβάνει την απιστία
Της γυναίκας του
Για να ΄χει διεύθυνση
Το γράμμα του.
Στην επόμενη γενιά
Αφήνεις τις νύχτες
Ένα στίχο –
Να έχουν τη γενειάδα σου
Να φαντάζεις.
Είσαι απύθμενος νεκρός
Κι ας το τηλέφωνο ηχεί
Στα ραντεβού σου συνδράμεις πάντα -
Οκέι συναθροίσεις σου.
Όμως να πηδήξεις το φράχτη
Σκαλώνει το ρήγμα σου
Οκλαδόν και βάλε
Επαναστάτης του «βάλε»
Με βολές σου άστοχες,
Καλύτερα άστοργες
Το σπέρμα σου στον τοίχο
Μορφώνει «παρά»
Παραπέντε και παραένα
Θα ήσουν κάτι από ΄Κείνον
Παραμισό και ξέχασες.
Τέρμα. Στον επόμενο. __