Με δάχτυλα σάλπιγγες
γρυλίζω στη σάρκα σου
Τη θεωρία σου
καυτηριάζω με φιλιά
Πυγμή υδάτων
χύνω απερίγραπτα
βροντές κατακλυσμών
από λατρείες άβατες
αιώνες πεινασμένες
Αρμαγεδώνα οίστρος
στο απέραστο σύμπαν σου
Μαρτυρώ εποχές
που ντουμανιάζουν τα όλα
στο αχόρταγο των ονείρων
Να θέλω κι άλλο
να σου γκρεμίζω θυρεούς
και λάβαρα
Κάστρα να σου παίρνω
σα μανιασμένος λύκος
που τον ξελόγιασε
η σελήνη του
Σα θωρηκτό
που σπάει τοίχους
μ' ατσάλινες αντισεισμικές
περιφρουρήσεις.
Μόνο το περιβραχιόνιο φορώ
να μου θυμίζω πόλεμο ιερό.
Μέσα,
οι μύθοι σου καταρρέουν
για τη λατρεία του ανεξέλεγκτου
τη στιγμή της απύθμενης δίψας
Έξω χρόνου κενό. Απρόσιτη ώρα.
Μόνο οι ιππότες επιβιώνουν
Ο κόσμος απόψε
τρελάθηκε στα μάτια σου.
Κι ύστερα λες,
αργεί ο κόσμος
ν’ αλλάξει..