Κάποιες φορέςσταυρώνονται οι σκιέςτότε πουκουτσά αγάλματατις προσπερνάνεήόταν ράβεις τα χείλιαμη σου ξεφύγουν τα φιλιάμπροστά στην άβυσσοπέμπτης ξενοδοχείου κατηγορίας με τους βουλωμένους νιπτήρεςνα μη μπορείς τις αποδείξεις να ξεπλύνειςόταν έτριξε ο σουμιέςστο βρώμικο κρεβάτιπάνω στο στρώμαπου βάφτηκε κόκκινοκατά του εφιάλτηήκαι μ' αυτόνκατά -που νόμιζες -της υστερίαςδίχως ν' ακουμπάςτους τοίχουςμην πετάξειςκαι φυγή γίνειςκι ερωμένη των αιθέρωνκαι βρεθείςστην ακτή των αστεριώνμε όλα τα σύμβολατης άλγεβρας -με όλα τα αξιώματα και τις παραστάσειςτης οργής -που πήρασε πήρα αγκαλιά -παιδί σε άλυτουςπου ΄λεγαν γρίφους -με νύχτες πουτάνεςμε φτηνό περιτύλιγμα αρώματοςτων στημένων αναστεναγμώνστις σβέλτες κινήσεις της αρχήςπου νωθρές έγινανεκείπου ο χρόνος γλύφειπλάτες μαστιγωμένεςσε ανήλικα κορμιάστα στενά τα ανήλιαγα -ιούδας ο ήλιοςπου ξεδοντιάζει την αθωότητακαθώςκουδουνίζουν τα κέρματαστα πεζοδρόμια της καρδιάςκι εκεί δεν μπόρεσες δεν είδεςτο δάκρυ που δραπέτευεγια μια μπουκιά αγάπηΚι εγώ με μια γαρδένια στο χέριχάιδευαχαιδεύω το έλαστο δισταγμό του λεπτοδείχτηπολυδουλεμένου ρολογιούστο "ψιτ-!-" της πόρνηςκαι στου φαντάρου τη λαχτάραεδώ που καις τα όνειρακαι καραμέλες γλύφειςνα ξεχαστείςαπ' την αλμύρα της θάλασσαςαυτήν που κολλά - βδέλλα -στους βράχουςκαι διαβρώνει τη ζωήΣταυρώνονταιλοιπόν κι οι σκιέςμε σάρκα και οστά -που παρέβλεψες -σε δημόσια θέαπρος διασκέδαση του όχλουπου νόμιζανΚι όμωςοι ώμοι πετούν χέρια φτεράκι η σκιάστα δειλινά φτερουγίζεικαι θεός γίνεταιγιατίο ημίθεοςείναι λίγος στο πέταγματων ονείρων τηςΈτσι και το καρφί σου στην καρδιάαστόχησε στο θάνατο
και θρήνος σου γίνεται