Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2017

βουίζει η φωτιά


























μια Στιγμή στη νύχτα. νύχτα στη νύχτα κι εντός της, σαν ιστός του πιο λεπτού ιστού της καρδιάς της. το μικρό της θεριό, ο πιο σιγανός της ψίθυρος σε βακχικές χορδές, με Μαινάδες χέρια βαμμένα σπαρακτικά να αιτούνται πρωτόγονα τη σμίξη με το Λόγο. κάποτε στη Στιγμή να χιονίζει, να τρίζει η Στιγμή στην πυρά, να γκρεμίζεται σε στίγμα και ήττα με τόνο. στα σύνορα να σκοντάφτει, για ένα κλάσμα του αιώνιου φρουρού, στης Στύγας τη φρίκη. η βαθιά της καύση, με της λεοντής τον άθλο, να ενσωματώνεται και να βουίζει βοερό ποτάμι του Άδη. ν' αλυχτούν μαραμένα σπαρτά και ρούχα της θεάς που έκλαψε πολύ την απουσία. μια Στιγμή και μένω πλήρης κενού στο προπύργιο του Έρωτα, στη ληστρική εποχή των πλαστικών γεγονότων - γελωτοποιοί στο ήπαρ μου με ξυλοπόδαρα στα μάτια, σαν δάκρυα πνοής μιας αύρας που λάξεψε τα μαλλιά Σου / και τότες που τρόμαξες με χάρτινες συντριβές, μια Στιγμή δεν σε λησμονώ. στη νύχτα, που ερημώνει η νύχτα, το δέος με την ανάμνηση - μια μυρωδιά πρωταρχικής φύσης, μανία σε οίστρο ποιητικό -, στη νύχτα η σπηλιά του τράγου που ξενιτεύτηκε από φόβο του, όταν αντίκρισε το θεϊκό, να καταρρέουν τα κέρατα την εποχή της στιγμής που δειγματίζει τον τιμωρό - παραδειγματισμό για τον σφραγισμένο θάνατο. και μια Στιγμή μας μιλώ: "γλίστρησα την ψυχή μου στον ύπνο Σου να έχουν σάρκα τα όνειρά Σου.. -!-" κι ύστερα, σε μια στιγμή, βρέχει χώμα στη νύχτα κι εντός μου, να ξεδιψάς στη Στιγμή.