Ύστερα
μαθαίνω – εξελίσσομαι
στην Αρχή.
Επιτρέπω στις σφήγκες να
γευματίζουν τη σάρκα μου.
Πολύ αργότερα, επιστρέφω
στις άκρες μου
χαμογελώντας διάτρηση ενθυμίων.
Σπέρνω νύχτες
απασφαλίζοντας φεγγάρια.
Οι ρώγες σου – έχω καιρό να κοιμηθώ -
καρφώνουν τις παλάμες μου.
Στο κενό
εξουδετερώνονται οι στάσεις μου –
οι δικές σου αστάθμητες -
έγκλειστες ερώτων μου αμυχές - κι
οι δημοκρατίες δωροδοκούνται
νυχτερινούς αιώνες.
Εν ολίγοις προβάλλομαι, κι
οι λαβύρινθοι αποκαλύπτονται πλάνη.
Πες μου: Μ’ αγάπησες -;-
(Περιπολικά οι αισθήσεις μου
στα ρήγματα του κορμιού σου.)
Ακολουθώ τη ροή σου,
όταν το φύλο σου ρέει –
φύλλα κίτρινα οι αυλές σου,
στις ουλές μου φθινόπωρα.
Πάλι γέμισαν ποιητές τα σπλάχνα μου –
περιπολούν τους κοινοβουλευτισμούς σου
Μεταναστεύεις στον καθρέφτη μου –
Κομμάτια με κομμάτια οι ερωτήσεις μου.
Δεν ακούω -!- Απάντησες -;-
Αίματα που θροούν ανατριχιάζω.