Παρουσία μου
Βάρυναν τα
Χείλη σου
Και κρεμάστηκαν
Απ’ το ψέμα
Της λυρικής σου
Αγνότητας.
Θα έλεγα
Ψυχή μου –
άνιμα των
Καιρών -
Κρεμάστηκαν
Από το Πι και
Τελεία –
Πύλη γκρεμών -
με
Χα του χαμού
Για μια Ελπίδα
Βαπορίσιας
Παρακμής
Στο απόλυτο της
Θεϊκής σου
Λατρείας
Τώρα π’
Αντιλαμβάνομαι
Το ασυνείδητο των
Προτροπών σου
Φεύγω πιότερο
Απ’ τα σχολειά σας
Του κοιμωμένου
Φωτός
Γιατί
Οι δάσκαλοι
Παρερμηνεύτηκαν
Μες στα σκοτάδια
Και
Τα τυφλά σας
Μάτια
Τους κατέταξαν
Στους νηστικούς..
Και
Χάριν
Του Παραδείγματος
Με την Χάριν
Της Πωλήσεως
Εγώ
Κυνηγώ
Πεταλούδες
Να διδαχθώ τα
Χρώματα
Που
Αίφνης
Αντάμωσα
Στους κήπους
Της καρδιάς μου
Και
Κυνηγώ
Ανταύγειες
Του ήλιου μου
Στο κορμί το
Απέραντο
Της δικιάς μου
Γυμνής
Θαλάσσης..
Δε χαιρετώ σας
Μειδιώ τώρα
Και αποστρέφομαι..